Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

10 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1912: ΜΑΧΗ ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΣΕΡΒΙΩΝ,Η ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΑΜΑΧΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΑ ΣΕΡΒΙΑ!



 
Η ΣΦΑΓΗ
Τη νύκτα όμως της 9ης προς την 10ην Οκτωβρίου 1912 συνέβη ένα δραματικό γεγονός στα Σέρβια, που σκίασε τη μεγάλη χαρά της απελευθέρωσης..
Από την ημέρα της έκρηξης του πολέμου οι Τούρκοι συνέλαβαν και έκλεισαν στη φυλακή από τα Σέρβια και τα γύρω χωριά ομήρους, ιερείς, δασκάλους και προύχοντες για να προλάβουν, όπως έλεγαν τυχόν εξέγερση των ντόπιων Ελλήνων.
Όταν στις 9 Οκτωβρίου έμαθαν ότι είχε «σπάσει» η αντίσταση του τούρκικου στρατού στο Σαραντάπορο άνοιξαν τις φυλακές, ελευθέρωσαν πρώτα τους Τούρκους κατάδικους, τους έδωσαν τουφέκια και έπειτα έβγαλαν και τους Έλληνες «ομήρους». Τότε έγινε το μεγάλο «μακελειό». Πολύ λίγοι από τους ομήρους γλύτωσαν. Εκείνη τη νύχτα τους σκότωσαν όλους είτε σουβλίζοντάς τους με τα ξίφη ή σκοτώνοντάς τους με πυροβόλα όπλα ομαδικώς. 
117 Εθνομάρτυρες προστέθηκαν στους είκοσι αξιωματικούς και εκατόν εξήντα  τέσσερις οπλίτες, που με τη θυσία τους το διήμερο εκείνο άνοιξαν το δρόμο για τηναπελευθέρωση της Μακεδονίας.

«Σωροί κατααιματωμένων νεκρών, γράφει ο Μηνάς Μαλούτας, απεκαλύφθησαν είς τους οφθαλμούς των πρώτων εξελθόντων εκ των οικιών των Σερβιωτών, μετά την είσοδον των ελληνικών στρατευμάτων. 
Εις σωρός εξ ενενήκοντα σχεδόν νεκρών έκειτο εις τον δρόμον, ένθα η σημερινή κρήνη οικίας Αστερίου Πιτσιώνη, τότε δε οικίας Μεντή Μπέη.
Έτερος σωρός εξ είκοσι σχεδόν πτωμάτων έκειτο εις έτερον σημείον της πόλεως, ένθα σήμερον η κρήνη του πυρποληθέντος υπό των Ιταλών 8ταξίου ∆ημ. Σχολείου. 
Έτεροι νεκροί περί τους δέκα, σποραδικώς έκειντο εις διάφορα σημεία της τουρκικής συνοικίας. «Μεταξύ αυτών, αναφέρει ο Μηνάς Μαλούτας, διεκρίναμεν και ημείς, γυμνόν με μίαν σφαίραν εις το σώμα του, τον αείμνηστον διδάσκαλόν μας Κων/νον Κάρπον, τον οποίον προ ολίγων ημερών είχεν απαγάγει εκ του σχολείου μας, όπου μας εδίδασκε το άσμα
«Νυξ του Μεσολογγίου», η τουρκική αστυνομική αλώπηξ Σερβίων, Αμέτ εφέντης».Κατά τον αυτόπτη μάρτυρα Γεράσιμο Βώκο τα ακρωτηριασμένα πτώματα πετάχτηκαν εδώ κι εκεί, όπως-όπως, τα ματωβαμμένα όμως κεφάλια με τη φρίκη στη μορφή τους τοποθετήθηκαν κατά γης, ως παράταξη φρίκης από τις δύο πλευρές του δρόμου, απ’ όπου επρόκειτο να περάσει ο ελευθερωτής ελληνικός στρατός.
Στην εφημερίδα «Νέα Ημέρα» της 19ης Οκτωβρίου ο Γρ. Βασιλάς έγραφε: «Μόνον η σφαγή των 117 Ελλήνων εις τα Σέρβια θα ήρκει δια να δικαιολογήσει την σημερινήν σταυροφορίαν των Βαλκανικών Κρατών εναντίον της Τουρκίας. Φρίττουν ακόμη όλοι εκείνοι οι οποίοι έτυχε να εισέλθουν εκ των πρώτων εις τα Σέρβια. Μία ολόκληρος πλατεία ήτο σκεπασμένη με αθώα θύματα, τα οποία εκρεουργήθησαν κατά τον ανανδρότερον τρόπον.
 Η σφαγή των Σερβίων είναι εξ εκείνων αι οποίαι προσθέτουν μίαν ακόμη σελίδα ανηκούστου βαρβαρότητος και ατιμίας ...Είδα νεκρόν ο οποίος έφερε επάνω του οκτώ σφαίρες και ένδεκα τραύματα διά λόγχης και διά μαχαίρας. Μεταξύ των φυλακισμένων υπάρχουν και πέντε παπάδες. ..Είδα τα πτώματά των και έφριξα. Οι Τούρκοι τα είχον ρίψει μέσα εις τις λάσπες.

 Είχαν εσχισμένα με τα μαχαίρια τα ράσα και είχαν ανοίξει με τους
υποκόπανους τους εγκεφάλους. Εις φρικώδη κατάστασιν ευρίσκετο το πτώμα του ∆ιδασκάλου των Σερβίων, του Κωνσταντίνου Κάρπου, αγωνιζομένου επί 17 έτη εναντίον της Ρουμανικής προπαγάνδας. Οι Τούρκοι είχον ανοίξει το κρανίον του και είχον χύσει έξω τα μυαλά του...»
Κι αν δεν επικρατούσαν οι μετριοπαθέστεροι Τούρκοι δε θα έμενε Έλληνας Χριστιανός στη μικρή πόλη των Σερβίων. «Οι φανατικοί Μπέηδες όπως μαρτυρεί ο Κίμων Κοεμτζόπουλος, πρότειναν να γίνει γενική σφαγή των Ελλήνων συμπολιτών τους... Ο Ταλαάτ, ∆ιοικητής Συντάγματος πεδινού πυροβολικού που στο μεταξύ είχε μάθει για το μακελειό των ομήρων, και, θεωρώντας την είσοδο του ελληνικού στρατού στα Σέρβια ζήτημα ωρών φοβόταν αντίποινα από τους Έλληνες, τους απαγόρεψε να κάνουν κάτι τέτοιο. 
Επειδή όμως έβλεπε την εγκληματική επιμονή των φανατικών Μπέηδων για γενική σφαγή έφυγε από τη σύσκεψη και έστειλε έναν ειδικό «έφιππο» αγγελιαφόρο να ειδοποιήσει τους συγκεντρωμένους Οθωμανούς που συνεδρίαζαν ακόμα, να φύγουν αμέσως με τις οικογένειές τους από τα Σέρβια, διότι ο ελληνικός στρατός έφθασε στην Καστανιά όπου τους καθήλωσε με τα κανόνια του, μα δεν ήξερε ως πότε θα μπορούσε να τους συγκρατήσει.
Συγχρόνως για να γίνει απόλυτα πιστευτός άρχισε να ρίχνει κανονιές στα υψώματα πάνω από τα Σέρβια και κάτω από το χωριό Καστανιά.»

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου