Καταιγιστικές εξελίξεις σε ένα παρασιτικό σύστημα που είχε μάθει να
συντηρείται και να πλουτίζει εκμεταλλευόμενο τις αγορές όπλων από την
Ελλάδα τη δεκαετία μετά την κρίση των Ιμίων πυροδοτεί η σύλληψη του
Αντώνη Κάντα. Στο σύστημα της διαπλοκής περιλαμβάνονται έμποροι όπλων,
πολιτικοί, υπηρεσιακά στελέχη του υπουργείου Αμυνας, αξιωματικοί,
νομικοί, ακόμη και εκπρόσωποι του δημοσιογραφικού κατεστημένου. Η άκρη
του νήματος βρέθηκε όταν ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής Εξοπλισμών την
περίοδο 1996-2002 εκλήθη από τους ανακριτές να εξηγήσει πώς βρέθηκαν
στους λογαριασμούς του ποσά που δεν δικαιολογούνταν από την
επαγγελματική του πορεία.
Στις 10 Δεκεμβρίου ο αντεισαγγελέας κ. Παναγιώτης Νικολούδης, πρόεδρος της αρχής για την καταπολέμηση μαύρου χρήματος, εντόπισε το ιλιγγιώδες ποσό των 13.700.000 δολαρίων σε λογαριασμό του Α. Κάντα σε τράπεζα της Σιγκαπούρης. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους για την... καριέρα του Α. Κάντα στον κόσμο των εξοπλισμών, αλλά και για την αποκάλυψη ενός συμπλέγματος εμπόρων όπλων, αντιπροσώπων, συμβούλων, αξιωματικών, εκπροσώπων του εκδοτικού κατεστημένου και κυβερνητικών στελεχών που μοιράζονταν χρήματα τα οποία προορίζονταν για να θωρακίσουν την άμυνα της χώρας. Από τα εκατομμύρια μίζες που μοιράζονταν δεξιά κι αριστερά για να υλοποιηθούν χωρίς καθυστερήσεις και αστερίσκους οι προαποφασισμένες αγορές όπλων προκύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα που αγόραζαν οι Ενοπλες Δυνάμεις ήταν υπερκοστολογημένα, σχεδόν στο σύνολο των περιπτώσεων. Στις περισσότερες εξ αυτών που σήμερα απασχολούν τη Δικαιοσύνη και αφορούν την περίοδο 1996-2006, τότε που οι ελληνικές κυβερνήσεις έτρεχαν σε μια παράλογη κούρσα εξοπλισμών, οι ανάγκες για αγορά οπλικών συστημάτων δεν ήταν πραγματικές, αλλά κατασκευάζονταν με κριτήριο τις μίζες που θα μπορούσε να αποφέρει κάθε πρόγραμμα στους εμπλεκομένους...
Οι ανακριτές υπολογίζουν ότι την περίοδο 1996-2005 που οι Ελληνες φορολογούμενοι πλήρωσαν 20 δισ. ευρώ μόνο για τις αγορές μεγάλων οπλικών συστημάτων διακινήθηκαν μίζες περίπου 2 δισ. ευρώ.
Η τυπικά νομιμοφανής διαδικασία ξεκινούσε από μια κεντρική συμφωνία του υπουργού με τους εμπόρους όπλων και στη συνέχεια οι επιτροπές των αξιωματικών και τα υπόλοιπα μέλη της ιεραρχίας αναλάμβαναν να επικυρώνουν συμφωνώντας και να προωθούν τις συμβάσεις χωρίς καθυστερήσεις... Αυτό αποκαλύπτει στην απολογία του ο Α. Κάντας αναφερόμενος στον τρόπο που λειτουργούσαν επί των ημερών του οι Ακης Τσοχατζόπουλος και Γιάννης Σμπώκος. Πιεζόμενος από τους ανακριτές κυρίους Γαβριήλ Μαλλή και Γιάννη Σταυρόπουλο, ο Α. Κάντας, ο οποίος κάποτε θεωρούνταν μυστικοπαθής, άρχισε να αποκαλύπτει μυστικά που είχε καλά κρυμμένα στο αρχείο του, προσωπικές σημειώσεις μιας πορείας που σημαδεύτηκε από «δώρα» εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία είχε εθιστεί να λαμβάνει από εμπόρους και αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων.
Στις 10 Δεκεμβρίου ο αντεισαγγελέας κ. Παναγιώτης Νικολούδης, πρόεδρος της αρχής για την καταπολέμηση μαύρου χρήματος, εντόπισε το ιλιγγιώδες ποσό των 13.700.000 δολαρίων σε λογαριασμό του Α. Κάντα σε τράπεζα της Σιγκαπούρης. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους για την... καριέρα του Α. Κάντα στον κόσμο των εξοπλισμών, αλλά και για την αποκάλυψη ενός συμπλέγματος εμπόρων όπλων, αντιπροσώπων, συμβούλων, αξιωματικών, εκπροσώπων του εκδοτικού κατεστημένου και κυβερνητικών στελεχών που μοιράζονταν χρήματα τα οποία προορίζονταν για να θωρακίσουν την άμυνα της χώρας. Από τα εκατομμύρια μίζες που μοιράζονταν δεξιά κι αριστερά για να υλοποιηθούν χωρίς καθυστερήσεις και αστερίσκους οι προαποφασισμένες αγορές όπλων προκύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα που αγόραζαν οι Ενοπλες Δυνάμεις ήταν υπερκοστολογημένα, σχεδόν στο σύνολο των περιπτώσεων. Στις περισσότερες εξ αυτών που σήμερα απασχολούν τη Δικαιοσύνη και αφορούν την περίοδο 1996-2006, τότε που οι ελληνικές κυβερνήσεις έτρεχαν σε μια παράλογη κούρσα εξοπλισμών, οι ανάγκες για αγορά οπλικών συστημάτων δεν ήταν πραγματικές, αλλά κατασκευάζονταν με κριτήριο τις μίζες που θα μπορούσε να αποφέρει κάθε πρόγραμμα στους εμπλεκομένους...
Οι ανακριτές υπολογίζουν ότι την περίοδο 1996-2005 που οι Ελληνες φορολογούμενοι πλήρωσαν 20 δισ. ευρώ μόνο για τις αγορές μεγάλων οπλικών συστημάτων διακινήθηκαν μίζες περίπου 2 δισ. ευρώ.
Η τυπικά νομιμοφανής διαδικασία ξεκινούσε από μια κεντρική συμφωνία του υπουργού με τους εμπόρους όπλων και στη συνέχεια οι επιτροπές των αξιωματικών και τα υπόλοιπα μέλη της ιεραρχίας αναλάμβαναν να επικυρώνουν συμφωνώντας και να προωθούν τις συμβάσεις χωρίς καθυστερήσεις... Αυτό αποκαλύπτει στην απολογία του ο Α. Κάντας αναφερόμενος στον τρόπο που λειτουργούσαν επί των ημερών του οι Ακης Τσοχατζόπουλος και Γιάννης Σμπώκος. Πιεζόμενος από τους ανακριτές κυρίους Γαβριήλ Μαλλή και Γιάννη Σταυρόπουλο, ο Α. Κάντας, ο οποίος κάποτε θεωρούνταν μυστικοπαθής, άρχισε να αποκαλύπτει μυστικά που είχε καλά κρυμμένα στο αρχείο του, προσωπικές σημειώσεις μιας πορείας που σημαδεύτηκε από «δώρα» εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία είχε εθιστεί να λαμβάνει από εμπόρους και αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων.
Ο Λιακουνάκος και τα Leopard
Ο Α. Κάντας περιέγραψε μια συνάντηση που είχε στο γραφείο του με τον
επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκο τον Δεκέμβριο του 2001, όταν τελικά
«πείστηκε» να μη φέρει κανένα πρόβλημα στη διαδικασία προμήθειας των
αρμάτων Leopard 2. Σε αντάλλαγμα ο Α. Κάντας βρέθηκε με ένα σακ βουαγιάζ
με 600.000 ευρώ.
Στο ερώτημα γιατί ο επιχειρηματίας τον δωροδόκησε με ένα τόσο μεγάλο ποσό, ο Α. Κάντας, ο οποίος ήταν στη Διεύθυνση Εξοπλισμών από το 1996 μέχρι τις αρχές του 2002 (δηλαδή όλο το διάστημα της υπουργίας του Α. Τσοχατζόπουλου και τους πρώτους μήνες της υπουργίας του Γιάννου Παπαντωνίου), είπε ότι την εποχή εκείνη ο Θ. Λιακουνάκος ενδιαφερόταν για το συμβόλαιο των γερμανικών αρμάτων τύπου Leopard. Οι διαπραγματεύσεις ήδη είχαν ξεκινήσει από το 2000 και το συμβόλαιο που ανήλθε στο ιλιγγιώδες ποσό των 1,7 δισ. ευρώ υπεγράφη το 2003. Ο Α. Κάντας, σύμφωνα με όσα είπε ο ίδιος στους ανακριτές, είχε μεταφέρει στον Γ. Παπαντωνίου τη διαφωνία του για την απόκτηση νέων αρμάτων μάχης, με το επιχείρημα ότι η χώρα δεν χρειαζόταν περισσότερα άρματα. Μάλιστα υποστήριξε ότι τη διαφωνία του την είχε μεταφέρει και στον Γ. Παπαντωνίου λίγες εβδομάδες προτού λάβει το σακ βουαγιάζ με τα 600.000 ευρώ από τον Θ. Λιακουνάκο.
«Με πλήρωναν γιατί είχα τη δυνατότητα να μπλοκάρω τα προγράμματα», απάντησε κυνικά ο Α. Κάντας στο ερώτημα των ανακριτών γιατί οι έμποροι όπλων τού έδιναν μίζες και εξηγώντας έτσι εμμέσως γιατί σταμάτησε να εκφράζει τις αντιρρήσεις του για την προμήθεια των Leopard αφού εισέπραξε τη μίζα των 600.000 ευρώ. Στο ερώτημα αν δωροδοκήθηκαν και ανώτεροί του, ο Α. Κάντας υποστήριξε ευθέως ότι αυτό συνέβαινε. «Με βάση τον κοινό νου, θεωρώ απίθανο να μην πήραν παράνομες προμήθειες οι από πάνω μου», απάντησε στους ανακριτές ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών.
«Μας δίνεις μαρίδες, θέλουμε καρχαρίες...»
Οταν οι ανακριτές ζήτησαν από τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών να απαριθμήσει συγκεκριμένα τις υποθέσεις για τις οποίες πήρε μίζες, εκείνος εξέφρασε αδυναμία να μιλήσει με συγκεκριμένα ποσά με τα οποία δωροδοκήθηκε κατ’ έτος και ανά πρόγραμμα. Τόσο πολλές ήταν οι υποθέσεις δωροληψίας και τόσο πυκνές οι συναλλαγές του με τους αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων.
«Μας δίνεις μαρίδες, πρέπει να μιλήσεις και για τους καρχαρίες. Μιλάς μόνο για μικρούς. Δεν μπορεί να τα έπαιρνες μόνο από μαρίδες». Με την τακτική αυτή οι ανακριτές κύριοι Μαλλής και Σταυρόπουλος προσπάθησαν να εκμαιεύσουν από τον Α. Κάντα περισσότερες λεπτομέρειες για τα «μεγάλα ψάρια» που διακινούσαν τεράστιες μίζες. Ο Α. Κάντας κατονόμασε δέκα αντιπροσώπους ή εμπόρους όπλων που του είχαν δώσει μίζες:
■ τον Πάνο Ευσταθίου, 83 ετών σήμερα, εκπρόσωπο της γερμανικής εταιρείας STN ATLAS και αργότερα της Rheinmetall, ο οποίος κατέβαλε στον Α. Κάντα 1,5 εκατ. ευρώ για να μην μπλοκάρει τα προγράμματα των γερμανικών υποβρυχίων που ενεργοποιήθηκαν το 2000 και τη σύμβαση των γερμανικών αντιαεροπορικών Asrad, που υπεγράφη το 1999. Ο Α. Κάντας αποκαλύπτει ότι ήταν στη λίστα μισθοδοσίας του 83χρονου εμπόρου όπλων από το 1989. Τότε, την εποχή της οικουμενικής κυβέρνησης του Ξενοφώντα Ζολώτα, είχε πάρει μίζα 1 εκατ. ευρώ από τον Π. Ευσταθίου για να ετοιμάσει γρήγορα τη σύμβαση αναβάθμισης των αρμάτων Μ48.
■ τον Kωνσταντίνο Δαφέρμο, εκπρόσωπο της ρωσικής εταιρείας KBP που κατασκεύαζε τα αντιαρματικά Kornet. Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο Α. Κάντας, από ένα πρόγραμμα ύψους 108,6 εκατ. ευρώ έλαβε μίζα ύψους 3 εκατ. ευρώ.
■ τον Λάμπρο Μπαρτζώκα, ο οποίος φέρεται να δωροδόκησε τον Α. Κάντα με 1,7 εκατ. ευρώ για να πουληθούν στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις τα ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα OSA AK.
■ τον Θωμά Λιακουνάκο, από τους μεγαλύτερους εμπόρους όπλων στην Ελλάδα. Ο Θ. Λιακουνάκος, σύμφωνα με όσα λέει στην απολογία του ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών, του έδωσε 600.000 ευρώ σε ζεστό χρήμα για να μη δημιουργήσει προβλήματα στην πώληση των γερμανικών αρμάτων Leopard. Επίσης ο Α. Κάντας αποκάλυψε ότι ο Θ. Λιακουνάκος τον είχε στη μισθοδοσία του από το 1988 και του είχε καταβάλει 1 εκατ. ευρώ για να ξεμπλοκάρει διάφορα προγράμματα που τον ενδιέφεραν.
■ τον Σταύρο Κομνόπουλο, συνιδιοκτήτη της εταιρείας Kestrel. Σύμφωνα με όσα είπε στους ανακριτές ο Α. Κάντας, ο Σ. Κομνόπουλος του έδωσε 400.000 ευρώ για το πρόγραμμα εξοπλισμού του Πολεμικού Ναυτικού με γαλλικούς πυραύλους επιφανείας-επιφανείας Exocet.
■ τον Παύλο Νικολαΐδη, ο οποίος του κατέβαλε 800.000 ευρώ μετρητά για να προχωρήσει ταχέως η αγορά γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών τύπου Mirage 2000-5. Το πρόγραμμα υπεγράφη το 2000 και κόστισε στους φορολογουμένους 1,220 δισ. ευρώ.
■ τον Δημήτρη Παπαχρήστο, εκπρόσωπο της γερμανικής Krauss-Maffei Wegmann, από τον οποίο ο Α. Κάντας δωροδοκήθηκε με 750.000 ευρώ για τη σύμβαση των γερμανικών πυροβόλων PZH 2000.
■ τον Χρήστο Τούμπα, απόστρατο της Πολεμικής Αεροπορίας, εκπρόσωπο της βραζιλιάνικης Embraer, από τον οποίο έλαβε μίζα 250.000 ευρώ μετά την απόφαση να αποκτηθεί το σύστημα Erieye, δηλαδή το σουηδο-βραζιλιάνικο ιπτάμενο ραντάρ (σύστημα της Ericsson επί αεροσκάφους Embraer), το οποίο υπεγράφη το 1999 και στοίχισε στο Δημόσιο 531,6 εκατ. ευρώ.
■ τον Κωνσταντίνο Μπαλέρμπα ή Μπαλέμπα, σύμβουλο της σουηδικής εταιρείας Ericsson, που του κατέβαλε 240.000 ευρώ για τα σουηδικά ραντάρ αντιπυροβολικού ARTHUR.
■ τον Κωστή Αποστόλου, στενό συνεργάτη του Θ. Λιακουνάκου. Κατά τον Α. Κάντα, ο Κ. Αποστόλου «και άλλοι μεσολαβητές», όπως αναφέρει στην απολογία του, κατέβαλαν χρήματα στον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών, αν και δεν μπορούσε να ανακαλέσει το ακριβές ποσό...
Στο ερώτημα γιατί ο επιχειρηματίας τον δωροδόκησε με ένα τόσο μεγάλο ποσό, ο Α. Κάντας, ο οποίος ήταν στη Διεύθυνση Εξοπλισμών από το 1996 μέχρι τις αρχές του 2002 (δηλαδή όλο το διάστημα της υπουργίας του Α. Τσοχατζόπουλου και τους πρώτους μήνες της υπουργίας του Γιάννου Παπαντωνίου), είπε ότι την εποχή εκείνη ο Θ. Λιακουνάκος ενδιαφερόταν για το συμβόλαιο των γερμανικών αρμάτων τύπου Leopard. Οι διαπραγματεύσεις ήδη είχαν ξεκινήσει από το 2000 και το συμβόλαιο που ανήλθε στο ιλιγγιώδες ποσό των 1,7 δισ. ευρώ υπεγράφη το 2003. Ο Α. Κάντας, σύμφωνα με όσα είπε ο ίδιος στους ανακριτές, είχε μεταφέρει στον Γ. Παπαντωνίου τη διαφωνία του για την απόκτηση νέων αρμάτων μάχης, με το επιχείρημα ότι η χώρα δεν χρειαζόταν περισσότερα άρματα. Μάλιστα υποστήριξε ότι τη διαφωνία του την είχε μεταφέρει και στον Γ. Παπαντωνίου λίγες εβδομάδες προτού λάβει το σακ βουαγιάζ με τα 600.000 ευρώ από τον Θ. Λιακουνάκο.
«Με πλήρωναν γιατί είχα τη δυνατότητα να μπλοκάρω τα προγράμματα», απάντησε κυνικά ο Α. Κάντας στο ερώτημα των ανακριτών γιατί οι έμποροι όπλων τού έδιναν μίζες και εξηγώντας έτσι εμμέσως γιατί σταμάτησε να εκφράζει τις αντιρρήσεις του για την προμήθεια των Leopard αφού εισέπραξε τη μίζα των 600.000 ευρώ. Στο ερώτημα αν δωροδοκήθηκαν και ανώτεροί του, ο Α. Κάντας υποστήριξε ευθέως ότι αυτό συνέβαινε. «Με βάση τον κοινό νου, θεωρώ απίθανο να μην πήραν παράνομες προμήθειες οι από πάνω μου», απάντησε στους ανακριτές ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών.
«Μας δίνεις μαρίδες, θέλουμε καρχαρίες...»
Οταν οι ανακριτές ζήτησαν από τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών να απαριθμήσει συγκεκριμένα τις υποθέσεις για τις οποίες πήρε μίζες, εκείνος εξέφρασε αδυναμία να μιλήσει με συγκεκριμένα ποσά με τα οποία δωροδοκήθηκε κατ’ έτος και ανά πρόγραμμα. Τόσο πολλές ήταν οι υποθέσεις δωροληψίας και τόσο πυκνές οι συναλλαγές του με τους αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων.
«Μας δίνεις μαρίδες, πρέπει να μιλήσεις και για τους καρχαρίες. Μιλάς μόνο για μικρούς. Δεν μπορεί να τα έπαιρνες μόνο από μαρίδες». Με την τακτική αυτή οι ανακριτές κύριοι Μαλλής και Σταυρόπουλος προσπάθησαν να εκμαιεύσουν από τον Α. Κάντα περισσότερες λεπτομέρειες για τα «μεγάλα ψάρια» που διακινούσαν τεράστιες μίζες. Ο Α. Κάντας κατονόμασε δέκα αντιπροσώπους ή εμπόρους όπλων που του είχαν δώσει μίζες:
■ τον Πάνο Ευσταθίου, 83 ετών σήμερα, εκπρόσωπο της γερμανικής εταιρείας STN ATLAS και αργότερα της Rheinmetall, ο οποίος κατέβαλε στον Α. Κάντα 1,5 εκατ. ευρώ για να μην μπλοκάρει τα προγράμματα των γερμανικών υποβρυχίων που ενεργοποιήθηκαν το 2000 και τη σύμβαση των γερμανικών αντιαεροπορικών Asrad, που υπεγράφη το 1999. Ο Α. Κάντας αποκαλύπτει ότι ήταν στη λίστα μισθοδοσίας του 83χρονου εμπόρου όπλων από το 1989. Τότε, την εποχή της οικουμενικής κυβέρνησης του Ξενοφώντα Ζολώτα, είχε πάρει μίζα 1 εκατ. ευρώ από τον Π. Ευσταθίου για να ετοιμάσει γρήγορα τη σύμβαση αναβάθμισης των αρμάτων Μ48.
■ τον Kωνσταντίνο Δαφέρμο, εκπρόσωπο της ρωσικής εταιρείας KBP που κατασκεύαζε τα αντιαρματικά Kornet. Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο Α. Κάντας, από ένα πρόγραμμα ύψους 108,6 εκατ. ευρώ έλαβε μίζα ύψους 3 εκατ. ευρώ.
■ τον Λάμπρο Μπαρτζώκα, ο οποίος φέρεται να δωροδόκησε τον Α. Κάντα με 1,7 εκατ. ευρώ για να πουληθούν στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις τα ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα OSA AK.
■ τον Θωμά Λιακουνάκο, από τους μεγαλύτερους εμπόρους όπλων στην Ελλάδα. Ο Θ. Λιακουνάκος, σύμφωνα με όσα λέει στην απολογία του ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών, του έδωσε 600.000 ευρώ σε ζεστό χρήμα για να μη δημιουργήσει προβλήματα στην πώληση των γερμανικών αρμάτων Leopard. Επίσης ο Α. Κάντας αποκάλυψε ότι ο Θ. Λιακουνάκος τον είχε στη μισθοδοσία του από το 1988 και του είχε καταβάλει 1 εκατ. ευρώ για να ξεμπλοκάρει διάφορα προγράμματα που τον ενδιέφεραν.
■ τον Σταύρο Κομνόπουλο, συνιδιοκτήτη της εταιρείας Kestrel. Σύμφωνα με όσα είπε στους ανακριτές ο Α. Κάντας, ο Σ. Κομνόπουλος του έδωσε 400.000 ευρώ για το πρόγραμμα εξοπλισμού του Πολεμικού Ναυτικού με γαλλικούς πυραύλους επιφανείας-επιφανείας Exocet.
■ τον Παύλο Νικολαΐδη, ο οποίος του κατέβαλε 800.000 ευρώ μετρητά για να προχωρήσει ταχέως η αγορά γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών τύπου Mirage 2000-5. Το πρόγραμμα υπεγράφη το 2000 και κόστισε στους φορολογουμένους 1,220 δισ. ευρώ.
■ τον Δημήτρη Παπαχρήστο, εκπρόσωπο της γερμανικής Krauss-Maffei Wegmann, από τον οποίο ο Α. Κάντας δωροδοκήθηκε με 750.000 ευρώ για τη σύμβαση των γερμανικών πυροβόλων PZH 2000.
■ τον Χρήστο Τούμπα, απόστρατο της Πολεμικής Αεροπορίας, εκπρόσωπο της βραζιλιάνικης Embraer, από τον οποίο έλαβε μίζα 250.000 ευρώ μετά την απόφαση να αποκτηθεί το σύστημα Erieye, δηλαδή το σουηδο-βραζιλιάνικο ιπτάμενο ραντάρ (σύστημα της Ericsson επί αεροσκάφους Embraer), το οποίο υπεγράφη το 1999 και στοίχισε στο Δημόσιο 531,6 εκατ. ευρώ.
■ τον Κωνσταντίνο Μπαλέρμπα ή Μπαλέμπα, σύμβουλο της σουηδικής εταιρείας Ericsson, που του κατέβαλε 240.000 ευρώ για τα σουηδικά ραντάρ αντιπυροβολικού ARTHUR.
■ τον Κωστή Αποστόλου, στενό συνεργάτη του Θ. Λιακουνάκου. Κατά τον Α. Κάντα, ο Κ. Αποστόλου «και άλλοι μεσολαβητές», όπως αναφέρει στην απολογία του, κατέβαλαν χρήματα στον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών, αν και δεν μπορούσε να ανακαλέσει το ακριβές ποσό...
Οι Εισαγγελείς τους «δένουν» ως εγκληματική οργάνωση
Η απολογία-ποταμός που έχει κάνει εμπόρους όπλων, αντιπροσώπους ξένων
εταιρειών, αξιωματικούς και πολιτικούς να χάσουν τον ύπνο τους λύνει τα
χέρια στις δικαστικές αρχές για την απαγγελία βαρύτατων κατηγοριών σε
τουλάχιστον δέκα νέα πρόσωπα, που δεν αποκλείεται να βρεθούν αντιμέτωπα
ακόμη και με κατηγορίες για εγκληματική οργάνωση. Ακόμη, φέρνει στο φως
στοιχεία για συμβάσεις εξοπλιστικών προγραμμάτων που μέχρι σήμερα δεν
είχαν μπει στο μικροσκόπιο της Δικαιοσύνης. Τα ευρήματα των ανακριτών
ανατροφοδοτούν τη συζήτηση για τα αδικήματα και τις μίζες που εισέπραξε ο
Ακης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος έχει καταδικαστεί μόνο για δύο από τα
προγράμματα που υλοποίησε στο υπουργείο Αμυνας: τα γερμανικά υποβρύχια
και τα ρωσικά αντιαεροπορικά TOR. Οι ξένες εταιρείες που εμπλέκονται στο
κύκλωμα μίζας που αποκάλυψε ο Α. Κάντας βρίσκονται σε αναβρασμό.
Νομικοί και οικονομικοί σύμβουλοι των ξένων κατασκευαστών όπλων κάνουν
φύλλο και φτερό τα στοιχεία των συμβάσεων.
Η απολογία Κάντα αποτελεί για τη Δικαιοσύνη το πρώτο μεγάλο όπλο στον εντοπισμό μαύρου χρήματος που προέρχεται από δωροδοκίες πολιτικών και αξιωματούχων για την υπογραφή συγκεκριμένων εξοπλιστικών προγραμμάτων. Το μεγαλύτερο μέρος των 2 δισ. ευρώ που διακινήθηκαν ως μίζες την τελευταία 10ετία δεν έχει εντοπιστεί και ίσως να έχει διοχετευθεί σε χώρες όπως η Κίνα, ο Λίβανος ή άλλοι φορολογικοί παράδεισοι όπως η Σιγκαπούρη. Αξίζει να σημειωθεί ότι εισαγγελείς κατά της διαφθοράς με παράλληλες έρευνες διερευνούν τη νομιμότητα συμβάσεων για εξοπλιστικά προγράμματα από το 1990 έως και το 2010. Οι συνθήκες υπογραφής των προγραμμάτων αυτών ερευνώνται και µε τη συνδροµή του Σώµατος Δίωξης Οικονοµικού Εγκλήµατος (ΣΔΟΕ), ενώ ήδη έχουν σταλεί αιτήματα δικαστικής συνδρομής στο εξωτερικό για το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών. Με βάση την αρχή «follow the money» θα προσπαθήσουν να ανασυνθέσουν τις διαδρομές της μίζας και να εντοπίσουν όλους όσοι εμπλέκονται στο κύκλωμα της διαπλοκής των εξοπλισμών κανιβαλίζοντας το δημόσιο χρήμα.
Συνήγοροι Κάντα: Θα επιστραφούν τα χρήματα στο Δημόσιο
Οι συνήγοροι του Α.Κάντα κύριοι Γιάννης Μαντζουράνης και Ηλίας Μπίσιας επιδιώκουν να αποδοθούν στο Ελληνικό Δημόσιο τα χρήματα με τα οποία δωροδοκήθηκε ο πελάτης τους. «Ο Αντώνης Κάντας έκανε την αρχή. Ας ελπίσουμε ότι θα ακολουθήσουν και άλλοι με επιστροφή χρημάτων και συμβολή στην αποκάλυψη της αλήθειας», δήλωσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης.
Η απολογία Κάντα αποτελεί για τη Δικαιοσύνη το πρώτο μεγάλο όπλο στον εντοπισμό μαύρου χρήματος που προέρχεται από δωροδοκίες πολιτικών και αξιωματούχων για την υπογραφή συγκεκριμένων εξοπλιστικών προγραμμάτων. Το μεγαλύτερο μέρος των 2 δισ. ευρώ που διακινήθηκαν ως μίζες την τελευταία 10ετία δεν έχει εντοπιστεί και ίσως να έχει διοχετευθεί σε χώρες όπως η Κίνα, ο Λίβανος ή άλλοι φορολογικοί παράδεισοι όπως η Σιγκαπούρη. Αξίζει να σημειωθεί ότι εισαγγελείς κατά της διαφθοράς με παράλληλες έρευνες διερευνούν τη νομιμότητα συμβάσεων για εξοπλιστικά προγράμματα από το 1990 έως και το 2010. Οι συνθήκες υπογραφής των προγραμμάτων αυτών ερευνώνται και µε τη συνδροµή του Σώµατος Δίωξης Οικονοµικού Εγκλήµατος (ΣΔΟΕ), ενώ ήδη έχουν σταλεί αιτήματα δικαστικής συνδρομής στο εξωτερικό για το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών. Με βάση την αρχή «follow the money» θα προσπαθήσουν να ανασυνθέσουν τις διαδρομές της μίζας και να εντοπίσουν όλους όσοι εμπλέκονται στο κύκλωμα της διαπλοκής των εξοπλισμών κανιβαλίζοντας το δημόσιο χρήμα.
Συνήγοροι Κάντα: Θα επιστραφούν τα χρήματα στο Δημόσιο
Οι συνήγοροι του Α.Κάντα κύριοι Γιάννης Μαντζουράνης και Ηλίας Μπίσιας επιδιώκουν να αποδοθούν στο Ελληνικό Δημόσιο τα χρήματα με τα οποία δωροδοκήθηκε ο πελάτης τους. «Ο Αντώνης Κάντας έκανε την αρχή. Ας ελπίσουμε ότι θα ακολουθήσουν και άλλοι με επιστροφή χρημάτων και συμβολή στην αποκάλυψη της αλήθειας», δήλωσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης.
ΠΗΓΗ
Πρώτο θέμα
Βασιλική Κόκκαλη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου